|
|
Ο κυριότερος εκπρόσωπος της Ν. Αθηναϊκής Σχολής της γενιάς του 1880. Γεννήθηκε στην Πάτρα από Μεσολογγίτες γονείς και στο Μεσολόγγι πήγε να μείνει, όταν ορφάνεψε από γονείς. Σαν τελείωσε εκεί το Γυμνάσιο το 1875 γράφτηκε στη Νομική Σχολή Αθηνών αλλά την εγκατέλειψε. Πρωτοδημοσίευσε στα πρωτοποριακά περιοδικά «Ραμπαγάς» και «Μη Χάνεσαι», πάντα στη δημοτική εκφράστηκε που την υπηρέτησε με πάθος. Πολυγραφότατος υπηρέτησε όλα τα είδη του λόγου (ποίηση, κριτική, πεζογραφία, θέατρο κ.ά.). Βαθύτατα ανθρώπινος τραγούδησε το αιώνιο και το πρόσκαιρο, το μεγάλο και το μικρό, το προσωπικό και το αντικειμενικό. Στο έργο του συντηρείται ο ελληνισμός από την αρχαιότητα ως τις μέρες του και δίκαια ονομάστηκε «ποιητής του καιρού του και του γένους του». Τα άπαντά του εκδόθηκαν από το «Ίδρυμα Κωστή Παλαμά» με την φιλολογική επιμέλεια του Γ. Κ. Κατσίμπαλη σε 16 τόμους (1962-1969). Α. Ποιητικές συλλογές Β. Διηγήματα Γ. Θέατρο Δ. Κριτικά – μελέτες Ε. Μεταφράσεις Ζ. Αλληλογραφία |
|
|
Φιλολογικό ψευδώνυμο του Γ. Αθανασιάδη – Νόβα από οικογένεια με πολιτική παράδοση. Σπούδασε νομικά και αναμείχθηκε ενεργά στην πολιτική, εκλέχθηκε βουλευτής και χρημάτισε υπουργός. Παράλληλα με την πολιτική του ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα, μελέτες. Στην ποίησή του είναι πηγαίος, απλός, εύκολος, μελωδικός και μας δίνει δροσερές εικόνες από τα τοπία, τα ήθη και τους ανθρώπους της Ρούμελης. Αρκετά ποιήματά του μελοποιήθηκαν. Από το 1955 υπήρξε τακτικό μέλος της Ακαδημίας. Κυριότερα έργα : |
|
|
Ποιητής, κριτικός, διηγηματογράφος, χρονογράφος, δημοσιογράφος. Όταν εγκαταστάθηκε στο Αγρίνιο το 1929, ήταν ήδη ένας εργάτης του πνεύματος, καθώς από το 1916 άρχισε να δημοσιεύει στα περιοδικά «Γράμματα της Αλεξάνδρειας», «Ελλάς» και «Σφαίρα». Ως αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Τριχωνίς» (1929 – 1935) και ως εκδότης της εφημερίδας «Νέα Εποχή» (1935 – 1940) και (1951 – 1968) δημοσίευσε ποιήματα καταξιωμένων ποιητών αλλά και συνεργασίες λαογραφικού και ιστορικού περιεχομένου με επιστημονικό ενδιαφέρον. Με το ψευδώνυμο «Τροβατόρε» υπέγραψε τα ποιήματά του και λογοτεχνικές επιφυλλίδες. Πολλά πεζά αναφέρονται με σκωπτικό τρόπο στους έρωτες των Θεών του Ολύμπου. Το έργο του δεν έχει εκδοθεί. |
|
|
Η αγάπη της Ελλάδας και του ξεσηκωμού του 21 έθρεψαν τον Γιάννη Βλαχογιάννη. Σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα και εργάστηκε στην αρχή ως προγυμναστής μαθητών, ως διορθωτής κειμένων, ως συντάκτης εφημερίδων κ.ά. Το 1908 εξέδωσε το περιοδικό «Προπύλαια». Στα γράμματά μας επιβλήθηκε ως ιστορικός και ιστοριοδίφης της εθνεγερσίας. Αφιέρωσε όλη τη ζωή του στην ανακάλυψη των πολύτιμων πηγών που θα έριχναν φως στα προεπαναστατικά χρόνια και στη διαφώτιση των σκοτεινών πηγών που θα έριχναν φως στα προεπαναστατικά χρόνια και στην διαφώτιση των σκοτεινών πτυχών της Επανάστασης. Το υλικό αυτό το ανακάλυπτε σε μπακάλικα, υπόγεια, αποθήκες, παλιά τυπογραφεία, σε μάντρες. Από το σύνολο των ευρημάτων δημιούργησε το «Αρχείο Βλαχογιάννη» που πεθαίνοντας το δώρισε στο κράτος. Μέρος του αρχείου αυτού εξέδωσε ο ίδιος («Απομνημονεύματα του Κασομούλη», «Απομνημονεύματα του στρατηγού Μακρυγιάννη», κ.ά.), άρχισε να γράφει μια βιογραφία του Καραϊσκάκη αλλά δεν πρόλαβε να την τελειώσει. Παράλληλα με την ιστοριοδηφία δημοσίευσε ποιήματα και διηγήματα με το φιλολογικό ψευδώνυμο Γιάννης Επαχτίτης. Στις σελίδες αυτές ζωντανεύουν οι μεγάλες ώρες του έθνους και οι άνθρωποι των ηρωικών χρόνων. |
Τα έργα τουΙστορίες του Γιάννου Επαχτίτη, 1893 ( διηγήματα ) . |
|
|
Φιλολογικό ψευδώνυμο του Γιώργου Τσακανίκα. Σπούδασε Νομικά στην Αθήνα και συνέχισε τις νομικές του σπουδές στη Γαλλία. Δικηγόρησε στο Αγρίνιο και διετέλεσε Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αγρινίου για πολλά χρόνια. Δυο φορές εκλέχτηκε βουλευτής. Η ποίησή του στάθηκε παραμυθία μέσα στην πληκτική ζωή της μικρής επαρχιακής πόλης. Με το ψευδώνυμο Κίμων Γαλάζης πρωτοδημοσίευσε στο περιοδικό «Διόνυσος» του Μήτσου Χατζόπουλου (Μποέμ) το 1902 κι έκτοτε δημοσίευε συνέχεια σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής ποιήματα λυρικά με χαρακτηριστική «την επαρχιακή καταχνιά» αλλά και την προσωπική μοναξιά. Το έργο του – κυρίως τετράστιχα που τα ονόμαζε «Ρυθμοί» – παραμένει σκορπισμένο στα διάφορα έντυπα της εποχής του. |
|
|
Φιλολογικό ψευδώνυμο του Δημητρίου Δημητριάδου. Σπούδασε νομικά και σταδιοδρόμησε ως συμβολαιογράφος Αθηνών εξουδετερώνοντας αυτή «την αβάσταχτη δουλεία» με την ποίηση. Αφοσιωμένος συνεργάτης του «Νουμά» στάθηκε από τους πιο ένθερμους δημοτικιστές. Ως ποιητής θεωρείται τεχνίτης του στίχου, της πλούσιας ρίμας, με ανανεωτικές τάσεις ένας θαυμάσιος «σιγανόφωνος τραγουδιστής». Εξαιρετικές θεωρούνται και οι τεχνοκρατικές και γλωσσικές του μελέτες. Στον κοινωνικό χώρο υπήρξε σοσιαλιστής κι έκανε ιδανικό του το περιεχόμενο του βιβλίου του Γ. Σκληρού «το κοινωνικό μας ζήτημα» κι ένα αποζητούσε: κοινωνική δικαιοσύνη. Κυριότερα έργα : |
|
|
Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στο Βραχώρι (Αγρίνιο) το 1880. Σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα και ειδικεύτηκε στο Παρίσι ως μαιευτήρας – γυναικολόγος. Από το 1903 ως το θάνατό του άσκησε την ιατρική στο Αγρίνιο ενώ παράλληλα υπηρέτησε και τα Γράμματα. Από φοιτητής στην Αθήνα, ως ένθερμος δημοτικιστής, δημοσίευε στο «Νουμά» αλλά και σε εφημερίδες της ιδιαίτερης πατρίδας του. Η φιλία του με τον Emil Zola τον επηρέασε στη ζωή του. Πέθανε το 1940. Η Μαρία Δημάδη, η ηρωίδα του Αγρινίου που εκτελέστηκε από τους Γερμανούς για την αντιστασιακή της δράση, ήταν κόρη του. Το έργο του Δημάδη, ποιητικό και πεζογραφικό, χαρακτηρίζεται για την ευγένεια, τον πηγαίο αυθορμητισμό. με το φιλολογικό ψευδώνυμο «Γελασίνος» βρίσκεται σκορπισμένο στα περιοδικά «Πάνθεον», «Νουμάς», «Αττικόν μουσείον» κ.ά. καθώς και στις εφημερίδες του Αγρινίου «Θάρρος», «Φως», «Τριχωνίς», «Νέα Εποχή» κ.ά. |
|
|
Τελείωσε το Γυμνάσιο Αγρινίου. Γράφτηκε στη Νομική Αθηνών αλλά εργάστηκε ως τελωνειακός υπάλληλος σε διάφορα τελωνεία ως το 1941 που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Πρωτοδημοσίευσε στο περιοδικό ¨Νουμάς¨ το 1921 και με το ψευδώνυμο Σάκρος Αλτάνης δημοσίευσε στις εφημερίδες ¨Φως¨, ¨Νέα Εποχή¨, ¨Τριχωνίς ¨ Αγρινίου . Ο ίδιος εξέδωσε και το περιοδικό ¨Νεοελληνική Τέχνη ¨( 1927 ) . Το 1947 βραβεύτηκε στο Φιλαδέλφειο διαγωνισμό της Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών για τη συλλογή ¨Νάρκισσοι ¨. Στην ποίησή του διακρίνεται ένα παράπονο για την περιπέτεια της ζωής , μια ρομαντική μελαγχολία. Ποιητικές συλλογές : |
|
|
Διδάχτηκε τα εγκύκλια γράμματα στο χωριό του Νεοχώρι Μεσολογγίου και αποφοίτησε το 1922 από το Γυμνάσιο Μεσολογγίου . Εφοίτησε στη Νομική Αθηνών αλλά πτυχίο δεν πήρε . Διορίστηκε υπάλληλος στο Δήμο Αθηναίων . Εκεί, στην Αθήνα , ήλθε σε επαφή με τους φιλολογικούς κύκλους της εποχής του και συνδέθηκε ιδιαιτέρως με το Μαλακάση και την Πολυδούρη . Δημοσίευε συνεχώς ποιήματα σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής . Οι πρώτες ποιητικές συλλογές ξάφνιασαν για την ευαισθησία , το στίχο , την πρωτοτυπία τους. Πέθανε από φυματίωση , πριν ανατείλει το ποιητικό του άστρο . Τα άπαντά του , με επιμέλεια του αιτωλοακαρνάνα Κ. Σ. Κώνστα , εκδόθηκαν από την Κοινότητα Νεοχωρίου Παραχελωίτιδος το 1972. Ποιητικές συλλογές: Β. Διηγήματα Γ. Θέατρο Δ. Κριτικά – μελέτες Ε. Μεταφράσεις Ζ. Αλληλογραφία |
|
|
Γεννήθηκε στο Αγρίνιο όπου τελείωσε το Δημοτικό και τις δύο πρώτες γυμνασιακές τάξεις. Το Γυμνάσιο το τελείωσε στο Μεσολόγγι. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και σταδιοδρόμησε στο Υπουργείο Οικονομικών. Το 1932 έγινε Διευθυντής του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους και το 1938 πάρεδρος του Ελεγκτικού συνεδρίου. Τα πρώτα του ποιήματα δημοσίευσε στην εφημερίδα του Μεσολογγίου «Ανεξάρτητος» καθώς και στο περιοδικό του δημοτικισμού «Νουμάς». Χρησιμοποίησε τα ψευδώνυμα «Θάμυρις ο Φιλάμωνος» και «άγγελος Ρωμαίος». Ίδρυσε και διηύθυνε το Περιοδικό «Νέα Γράμματα» (1924 – 1925). Στην ποίησή του τραγούδησε την επαρχία, όχι ως επιφάνεια αλλά ως ουσία, τον πλούτο ψυχής των ανθρώπων της, «το άξιο και το αληθινό» εκείνων που ζουν μακριά από το πολύβουο άστυ. Ποιητικές συλλογές : |
|
|
Ο ποιητής του ¨Τάκη Πλούμα ¨ και ¨Μπαταριά¨ θεωρείται από τους καλύτερους λυρικούς της γενιάς του . Το 1888 γράφτηκε στη Νομική σχολή αλλά την εγκατέλειψε για την ποίηση. Η γνωριμία του με τον Ζαν Μωρεάς επηρέασε την ποίησή του , όπως άλλωστε και η παραμονή του στο Παρίσι από 1909 – 1915. Η στιχουργική του έχει δεξιοτεχνία , ευλυγισία και μουσικότητα και οι εμπνεύσεις του είναι καθαρώς συναισθηματικές με κάποια διάθεση λύπης . Στα Μεσολογγίτικα ποιήματά του – ο ίδιος τα αναγνώριζε σαν τα καλύτερά του – ξυπνάει η συνείδηση του τόπου του και του εαυτού του . Εκεί ¨το κινούν αίτιο της ψυχικής του ευφορίας είναι πάντα η νοσταλγία της γενέθλιας γης ¨. Τα άπαντά του εκδόθηκαν από τον Γ. Βαλέτα το 1964. |
|
|
Από τους νεώτερους «της νεορομαντικής και νεοσυμβολιστικής σχολής του μεσοπολέμου». Σπούδασε φιλολογία κι εργάστηκε ως καθηγητής στην ιδιωτική εκπαίδευση κι αργότερα ως ιδιοκτήτης εκπαιδευτηρίου. Από το 1920 ως το 1923 διηύθυνε μαζί με άλλους το περιοδικό «Μούσα». Δέχτηκε πολλές τιμητικές διακρίσεις, χρημάτισε Υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών στη, μετά τη δικτατορία, υπηρεσιακή κυβέρνηση του 1974. Το 1976 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οπλισμένος με καλή φιλολογική παιδεία καλλιέργησε όλα τα είδη του έντεχνου λόγου: ποίηση, πεζογραφία, ταξιδιωτικές εντυπώσεις, μυθιστόρημα, κριτικό δοκίμιο. Στην ποίησή του διακρίνουμε το γνήσιο λυρικό ποιητή αλλά και τον στοχαστή. Οι ταξιδιωτικές του εντυπώσεις – είχε ο ίδιος ταξιδέψει πολύ – είναι υπόδειγμα γραφής. Τα δοκίμιά του τα χαρακτηρίζει η ευαισθησία και η οξυδέρκεια. Δίκαια ανήκει στα «πλέον επινοητικά πνεύματα της γενιάς του». Κυριότερα έργα |
|
|
Σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα και υπηρέτησε στην εκπαίδευση ως καθηγητής , Γυμνασιάρχης, Επιθεωρητής, Εκπαιδευτικός Σύμβουλος. Θεωρήθηκε από τους πιο ονομαστούς εκπαιδευτικούς της εποχής του. Υπηρέτησε στα ελληνικά σχολεία – από την Μερσίνα της Μ. Ασίας, ως την Κέρκυρα – μελέτησε την ψυχολογία των απλών ανθρώπων και τους καημούς τους που τροφοδότησαν την πεζογραφία του. Με αφήγηση ζηλευτή, με πηγαίο και αγαθό χιούμορ , μα προπαντός με αγάπη και κατανόηση για τον άνθρωπο μας χάρισε διηγήματα με έντονο ηθογραφικό – όχι εθιμογραφικό – χαρακτήρα. Στο έργο του προβάλλεται ένας ανώτερος ανθρωπισμός. Το 1931 τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών με το βραβείο Βικέλα . Το έργο του |
|
|
Φοίτησε στο σχολαρχείο Αγρινίου και στο Γυμνάσιο Μεσολογγίου . Σπούδασε Νομικά , άσκησε πολύ λίγο τη δικηγορία , γιατί τον κέρδισε η λογοτεχνία . Εξέδωσε το περιοδικό ¨ Τέχνη¨, όργανο του δημοτικισμού, που σφράγισε τη Ν. Αθηναϊκή Σχολή και την πνευματική ζωή της εποχής του . Από το 1900 μέχρι το 1914 έζησε στην Ευρώπη. Σπούδασε στο Μόναχο, στη Δρέσδη, στη Λειψία, εντρυφώντας στην φιλολογία και την ποίηση των Βόρειων λαών που επηρέασαν το έργο του . Σ’ αυτό συνέβαλε στα μέγιστα και ο γάμος του με τη Φιλλανδέζα Σάννυ Χαίγγμαν ( Sanny Haggman).Ενστερνίστηκε τις σοσιαλιστικές ιδέες και προσπάθησε να τις διαδώσει στην Ελλάδα. Στην ποίηση υπήρξε εισηγητής του συμβολισμού ( υπέγραφε με το φιλολογικό ψευδώνυμο Πέτρος Βασιλικός) , ενώ στην πεζογραφία τις αρχές του ρεαλισμού και του νατουραλισμού . Ο ίδιος , από το έργο του , ξεχώριζε τις μεταφράσεις του Γερμανών και Σκανδιναβών συγγραφέων που μαρτυρούν ευαισθησία ποιητική και εξαιρετικές εκφραστικές ικανότητες. Τα άπαντά του εκδόθηκαν το 1955 από τις εκδόσεις « Ίκαρος» . Το έργο του |
|
|
Αδελφός του Κώστα Χατζόπουλου, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στη Γερμανία αλλά ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία . Φανατικός αντιψυχαριστής , εξέδωσε, με τον Καμπύση , το περιοδικό ¨Διόνυσος ¨, για να χτυπήσει την προγονοπληξία και τη στείρα μίμηση των Γάλλων λογοτεχνών .Το περιοδικό αυτό αποτελεί σταθμό στην ιστορία των ελληνικών γραμμάτων , γιατί , εκτός των άλλων , εγνώρισε στην Ελλάδα τα φιλοσοφικά , φιλολογικά και καλλιτεχνικά ρεύματα του Βορρά . Την πεζογραφία υπηρέτησε με τα ¨Αγριολούλουδα ¨( 1894) και τις ¨Ντόπιες ζωγραφιές ¨ (1896) συντελώντας στη στη διάδοση της φυσιολατρείας και των εκδρομικών περιηγήσεων. Ως δημοσιογράφος εσφράγισε την ιστορία του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα με τα άρθρα του στην εφημερίδα ¨Άστυ ¨για τα ανθυγιεινά επαγγέλματα και για τις άθλιες συνθήκες εργασίας των εργατών. |